3)ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΣΙΑΣ 1824-1916 .


















Κωνσταντίνος Μπασιάς
Γενικός Αρχηγός Σελίνου
1824-1916

(αριθμός 5 στην αρχική σελίδα του Blog)

Ηταν γιός του Νικολάου (αριθμός 4 στην αρχική σελίδα του Blog)
Παρουσιάζεται ομιλία στο συνέδριο που διοργανώθηκε από την ΙΛΑΕΚ (Ιστορική Λαογραφική και Αρχαιολογική Εταιρεία Κρήτης), με την συνεργασία του Δήμου Ανατολικού Σελίνου, στις 22-23 Ιουλίου 2006, στο Ροδοβάνι Σελίνου Χανίων.Θέμα του συνεδρίου: «Το Σέλινο των Αρμάτων και των Γραμμάτων». Η ομιλία έγινε από τον Λ. Μπασιά και είχε ως θέμα: «Κωσταντής Μπασιάς». Δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα "ΣΕΛΙΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ" στις 24-8-2006.

Κωσταντής Νικ. Μπασιάς
Γεννήθηκε το έτος 1824 στο χωριό Επανοχώρι Σελίνου. Ηταν γυιός του οπλαρχηγού Νικ. Μπασιά ο οποίος είχε μυηθεί στην φιλική εταιρεία από τον επίσκοπο Μελχισεδέκ, και έλαβε μέρος στις επαναστάσεις του 1821, του 1841 και του 1858.
Ο Παναγ. Κριάρης στην ιστορία του αναφερόμενος στον πατέρα του Ν. Μπασιά γράφει (1) ότι διακρίθηκαν μαζί με τον συγγενή του Μάρκο Μπασιά ως σωματάρχες κατά την επανάσταση του 1821, επιδείξαντες γενναιότητα και τόλμη σαν αυτή που είχαν επιδείξει και κατά τα τελευταία χρόνια πριν την κήρυξη της επανάστασης, τότε δηλαδή που είχαν εξοντώσει στο Σέλινο με τον Β. Τσίσκο, τον Α. Ξανοίγη και άλλους, ωμούς γενιτσάρους όπως τον Πουλιτσέ από την Μάζα, τον Αματούλην και τον ωμότατο όλων Σαράτσην από το χωριό Καμάρια καθώς και άλλους Τούρκους που κατατυραννούσαν τους συνεπαρχιώτες των.
Ο Κωστ. Μπασιάς συμμετείχε σε πολλές επαναστάσεις εναντίον των τούρκων.
Από πολύ νέος, μόλις 17 ετών, συμμετέχει στην επανάσταση του 1841 μαζί με πολλούς οπλαρχηγούς, στενούς συγγενείς του.
Λίγο αργότερα, όπως αναφέρει (2) ο Παναγ. Κριάρης, μετά από την απόφαση που είχαν λάβει οπλαρχηγοί των δυτικών επαρχιών όπως ορισμένες οικογένειες από τις πλέον δραστικές, μετοικίσουν σε χωριά που υπήρχαν επικίνδυνοι τούρκοι, ώστε να τους επιτηρούν από πλησίον, το έτος 1847, η οικογένεια του μετακομίζει από το Επανοχώρι και εγκαθίσταται οριστικά στο χωριό Μονή.
Στο χωρίο Μονή ο Κωστ. Μπασιάς παντρεύτηκε την Στυλιανή Κοσμαδάκη της οποίας η οικογένεια διέμενε στο ίδιο χωριό. Από την εγκατάσταση της οικογενείας του στο χωριό Μονή αρχίζει μία διαρκής πάλη μεταξύ αυτής και των τούρκων του χωριού, με πολλά επεισόδια.

Το έτος 1858 στο κίνημα του Μαυρογένη υπήρξε από τους πρώτους υποκινητές και αρχηγούς. Από εκεί και μετά με την θαρραλέα του στάση πρωτοστατεί σε κάθε Κρητικό επαναστατικό ξεσηκωμό. Στις οικογενειακές του σημειώσεις αναφέρεται ότι οι αδελφοί Αντώνιος Μπασιάς και Κωνσταντής Μπασιάς σε συνεννόηση με τους Κ. Κριάρη, Ι. Μαραγκάκη, Γεώργιο Κορκίδη και άλλους Σελινιώτες πήγαν στους Λάκκους και έλαβαν μέρος στην εκδίωξη του Ζείρ Βέη. Επίσης αναφέρεται ότι ο Κωστ. Μπασιάς μαζί με τον αδελφό του Αντ. Μπασιά και τους Εμμ. Μαυρογένη, Κ. Κριάρη, Ιωάν. Μαραγκάκη, και Α. Μάντακα μετέβησαν στην Κίσσαμο και επαναστάτησαν την επαρχία αυτή. Επίσης στην ίδια επανάσταση όταν στα Μπουτσουνάρια είχαν μαζευτεί ορισμένοι Ελληνες που αντιδρούσαν στις ενέργειες των επαναστατών, οι τελευταίοι συνεννοήθηκαν και έστειλαν τον Κωσταντή Μπασιά ο οποίος δια της βίας τους διέλυσε. Ο Κωστ. Μπασιάς κατά την επανάσταση αυτή ήταν ένθερμος υποστηρικτής στο να γίνονται αδελφοποιίες. Σχετική αναφορά κάνει και ο Παν. Κριάρης που γράφει (3): «πολλοί τότε, τη συστάσει τινών των προκριτωτέρων, εν οίς του Σελυνιώτου Κωνστ. Μπασιά, ήρχισαν να συνάπτωσι μεταξύ των αδελφοποιίας».

Στις 15 Σεπτεμβρίου 1861 έγινε μεγάλη συμπλοκή του ιδίου και των αδελφών του με τους Τούρκους στο χωριό Μονή κατά την οποία ο Κ. Μπασιάς ήλθε στα χέρια με τον οπλαρχηγό των Τούρκων Βεντουρή, στον οποίο κατόρθωσε να δώσει πολλά κτυπήματα με την μαχαίρα του και τον άφησε μισοπεθαμένο, ο οποίος όμως αργότερα θεραπεύθηκε.




Κατά την συμπλοκή αυτή που από τους Χριστιανούς έλαβε μέρος και ο Ιωάννης Κοσμαδάκης τραυματίστηκαν πολλοί Τούρκοι, από τους οποίους δύο πέθαναν. Ακολούθησε κινητοποίηση των Χριστιανών και των Τούρκων. Ο Κωνσταντής Μπασιάς μετέβη σε χωριά του Λάκο Σγουράφω, ο δε αδελφός του Αντώνιος Μπασιάς στα χωριά Λειβαδά και Κουστογέρακο και φρόντισαν να μαζέψουν πολλούς άνδρες οι οποίοι και πολιόρκησαν το χωριό Μονή. Μπροστά στην κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ο Γενικός Διοικητής Κρήτης έστειλε τον Ζεϊρ Βέη με μεγάλο αριθμό τακτικού στρατού. Τελικά όμως απεφεύχθη η συμπλοκή και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές ήλθαν σε συμφωνία. Για τα παραπάνω κάνει λόγο και ο Παν. Κριάρης (4).

Κατά την μεγάλη Κρητική επανάσταση του 1866-1869 ο Κωσταντής Μπασιάς δίνει πάλι το παρόν και μαζί με τον οπλαρχηγό αδελφό του Αντώνιο Μπασιά, τον βρίσκουμε να είναι από τους πρώτους που συμμετέχουν στις συνεννοήσεις για την κήρυξη της επανάστασης, και ήταν ένας από τους πρωτουργούς της.
Στις οικογενειακές του σημειώσεις αναφέρεται ότι πριν από την μεγάλη επανάσταση του 1866 άρχισαν μυστικές συννενοήσεις μεταξύ των οπλαρχηγών και προκρίτων της Νήσου μεταξύ των οποίων ήσαν οι Χατζή Μιχάλης Γιάνναρης, ο Α. Μάντακας, ο Ν. Νικολούδης που ήσαν Λακκιώτες, ο Γεώργ. Κορκίδης, ο Ιωάννης Φιωτάκης, ο Αντ. Παπαγιαννάκης και οι αδελφοί Αντώνιος Μπασιάς και Κωστ. Μπασιάς που ήσαν Σελινιώτες, για την κήρυξη της επανάστασης του 1866. Αυτοί συνήλθαν κατ΄ επανάληψη στον Ομαλό. Τις συνεννοήσεις μεταξύ Σελινιωτών και Λακκιωτών διεξήγαγε κυρίως ο οπλαρχηγός Κ. Μπασιάς ο οποίος κατ’ επανάληψη μετέβη στο χωριό Λάκκους για να συνεννοηθή με τους Λακκιώτες για τον χρόνο κατά τον οποίο έπρεπε να κηρυχθεί η επανάσταση. Ηταν δε καταλληλότερος εκ μέρους των Σελινιωτών για τον σκοπό αυτό ο οπλαρχηγός Κ. Μπασιάς διότι είχε πολλούς συγγενείς εκ των σημαινόντων Λακκιωτών μεταξύ των οποίων και τον γενναίο οπλαρχηγό Ν. Νικολούδη.
Αλλά και ο Μουρέλλος στην ιστορία του γράφει (5): «ΠΡΟΣΥΝΕΝΝΟΗΣΕΙΣ Η κατάσταση είχε φθάσει πια στο απροχώρητο και η πρώτη κίνηση ήρχισε. Ο Χατζή Μιχάλης Γιάνναρης συνεννοήθηκε με τους Μαντάκηδες, τούς Νικολούδηδες, τους Μπασιάδες, τον Αναγνώστη και Μάρκο Παπαγιανάκη και με μερικούς απ’ τους πρώτους των Σφακιών και βγήκαν στον Ομαλό για να σκεφθούν ποιά θα ήταν η γραμμή, πού θα έπρεπε ν' ακολουθήσουν, γιατί ο λαός εστέναζε από την πείνα και τάς πιέσεις.» Επίσης και ο Μιχ. Αναστασάκης στην ιστορία του (6) κάνοντας αναφορά στους πρωτουργούς της επανάστασης περιλαμβάνει και τον Κωστ. Μπασιά σε αυτούς.

Οταν η επανάσταση αρχίζει, θα ριχτεί στις μάχες, όπου θα διακριθεί για την σύνεση, την στρατιωτική εμπειρία και τον ηρωϊσμό του και ήταν ένας από τους κυριότερους αρχηγούς στο Σέλινο ήταν δε δεύτερος στην ιεραρχία σε ένα από τα δύο αρχηγεία του Σελίνου, και συγκεκριμένα στο αρχηγείο του Ανατολικού Σελίνου.
Σύμφωνα (7) με τον Παν. Κριάρη, στις αρχές του 1867, κατά το πρώτο δηλαδή διάστημα της επανάστασης, έγιναν οι επίσημες αναγνωρίσεις των αρχηγών της. Αναγνωρίστηκαν δε στην επαρχία Σελίνου οι Κωνσ. Κριάρης και Γεώργιος Κορκίδης (πρωτεύοντες), ο Βαρδής Πωλιουδάκης (Πωλιουδόβαρδας) υπαρχηγός του πρώτου, ο Ιωσήφ Κοτσιφάκης, ο Αντώνιος Μπασιάς και μετά τον θάνατο του που έγινε λίγο αργότερα (ο αδελφός του) Κωσταντής Μπασιάς, ο Μάρκος Παπαγιαννάκης και ο Αναγν. Γρυφάκης (δευτερεύοντες). Σχετική αναφορά κάνει (8) και ο Ψυλάκης στην ιστορία του. Με την κήρυξη της επανάστασης τον Κωστ. Μπασιά τον βρίσκουμε να συμμετέχει στις πρώτες κολώνες, δηλαδή στα στρατόπεδα , που είχαν δημιουργηθεί από τους επαναστάτες στο Σέλινο.
Ο Μουρέλλος γράφει (9) σχετικά: «Στη Λιβάδα ήταν το πρώτο στρατόπεδο με τον αρχηγό Κ. Κριάρη και τους Γ. Παπαγρηγοράκη ή Μπογιατζή, τον Αντώνιο και Κωνσταντίνο Μπασιά και τον Ιωσ. Κοτσιφάκη». Διαρκούσης της επαναστάσεως ο Κωστ,. Μπασιάς λαβαίνει μέρος στις περισσότερες μάχες που γίνονται στον Νομό Χανίων. Το πρώτο καιρό πολεμά στις μάχες που έγιναν στην περιοχή γύρω από την Κάνδανο και στον Πύργο της Κανδάνου.
Εκεί τραυματίζεται βαριά σε μια μάχη από τον τούρκο οπλαρχηγό Κακανίγο ο αδελφός του οπλαρχηγός Αντώνης Μπασιάς.
Ο Μουρέλλος αναφερόμενος στην μάχη αυτή γράφει (10) ότι όταν ο ηρωικός Σελινιώτης Τούρκος Κακανίγος έτρεξε να αποσκοτώσει τον τραυματισμένο Αντώνιο Μπασιά, αυτός παρ' όλη την αιμορραγία του κατορθώνει και σκοτώνει τον Τούρκο και παίρνει τ' άρματα του, για να πέσει σε λίγο λιπόθυμος από εξάντληση. Το σκοτάδι πού ως τόσο σκέπασε το πεδίον της μάχης, τούδωκε καιρό κι' έφυγε βαρειά πληγωμένος, αλλά και φορτωμένος τα άρματα τού Κακανίγου.
Στις σκληρές και φονικές μάχες που ακολουθούν ο Κωστ. Μπασιάς τραυματίζεται σοβαρά στο αριστερό του χέρι, του οποίου το κόκκαλο θρυματίστηκε. Στο ΙΑΚ υπάρχει (11) επιστολή του γιατρού της επανάστασης Αγγελίδη, προς τον αρχηγό Ζυμβρακάκη, γραμμένη στο χωριό Μονή που τον επισκέφθηκε στις 27-2-1867, στην οποία γράφει: «ελπίζω η πληγή του να βαδίση καλώς, ο άνθρωπος ούτος θεωρείται πολύ χρήσιμος διά την επανάστασιν.».
Μόλις έγινε καλά συνεχίζει την δράση του στα περισσότερα πολεμικά γεγονότα και μάχες που έγιναν στον νομό Χανίων.

Για την συμμετοχή του σε μάχες γίνεται αναφορά σε πολλές ιστορίες, όπως του Παν. Κριάρη, του Ιωάν. Μουρέλλου, του Μιχ. Αναστασάκη κ.τ.λ. αλλά και σε πολλά έγγραφα της εποχής της επανάστασης που διασώθηκαν και βρίσκονται σε διάφορα αρχεία. Επίσης στις οικογενειακές του σημειώσεις που είναι γραμμένες από τον ίδιο η τον γιο του Μανώλη Μπασιά. Ενδεικτικά αναφέρουμε μερικά γεγονότα από αυτά που έλαβε μέρος.
Μία φορά, σύμφωνα με τις οικογ. σημειώσεις του, είχαν αφιχθεί στη Σούγια Σελίνου πλοία Τουρκικά και αποβίβασαν στρατό και έσυραν στην ξηρά πολλές λέμβους μεγάλες. Το γεγονός αυτό αφού το πληροφορήθηκαν οι επαναστάτες αποφάσισαν να μεταβεί σώμα τους για να τις κάψει και να βρεθεί για αυτό το λόγο σε δύσκολη θέση ο Τουρκικός στρατός διότι ήταν δύσκολη η επιβίβαση του.
Τότε ο Κ. Μπασιάς μαζί με άλλους επαναστάτες μετέβησαν στην Σούγια και κατόρθωσαν και έκαψαν τις λέμβους αυτές καθώς και άλλες καύσιμες ύλες και τρόφιμα τα οποία είχαν μεταφέρει οι Τούρκοι. Η επιτυχία αυτή θεωρήθηκε από τους έλληνες οπλαρχηγούς μεγάλο κατόρθωμα και τον συνεχάρησαν.
Άλλη φορά, όπως αναφέρεται σε μια επιστολή του αρχηγού Γεωργίου Κορκίδη, που γράφτηκε στο Λινοσέλι που είναι κοντά στον Ομαλό, και βρίσκεται (12) στο ΙΑΚ και έχει ημερομηνία 23-6-1868, γινόταν μάχη πάνω από το Κουστογέρακο στην περιοχή της Οχρας. Τότε ο Κωστ. Μπασιάς με σώμα επαναστατών έτρεξε και έφθασε στην θέση εκείνη που πολεμούσαν οι περί τον Κριάρη οι οποίοι έτσι ακόμη περισσότερο ενισχυθέντες και ενθαρυθέντες όλοι μαζί πλέον όρμησαν εναντίον των Τούρκων. Οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να σταματήσουν την ορμή των επαναστατών και άρχισαν να υποχωρούν λίαν ατάκτως. Τους καταδίωκαν οι δικοί μας μέχρι του χωριού Μονή σε απόσταση βολής πιστολιού, πολλοί πιάστηκαν στα χέρια μαζί τους και φονεύθηκαν πάνω από πενήντα Τούρκοι εκτός των πληγωμένων. Για την ίδια μάχη αναφορά κάνει (13) και ο Παν. Κριάρης στην ιστορία του στην οποία μάλιστα χαρακτηρίζει τον Κ. Μπασιά «γενναίο».
Άλλη πάλι φορά , στις 1 Μαρτίου του 1867, σύμφωνα με τις οικογ. σημειώσεις του, ο Τούρκος Σαρχός εξεστράτευσε εναντίον της Κισάμου. Οι Σελινιώτες Κριάρης, Κορκίδης, Γεωργιακάκης, Φιωτάκης, Μ. Κλεινάκης και άλλοι, μαζί με τους αδελφούς Αντώνιο και Κωσταντή Μπασιά, επήγαν σε βοήθεια των Κισαμιτών. Αυτός επιτέθηκε αρχικά κατά των χωριών Αγίου Ιωάννου, Βουλγάρω, Καλάθαινες και κατόπιν στο χωρίο Μουρί όπου βρισκόντουσαν οι παραπάνω Σελινιώτες. Επιχειρήσας να προχωρήση περισσότερο εμποδίστηκε από τους επαναστάτες οι οποίοι φαίνεται λόγω ελλείψεως φυσιγγίων έρριπταν κατά των Τούρκων ακόμη και πέτρες. Κατά την μάχη αυτή φονεύτηκαν περισσότεροι από 100 Τούρκοι. Άλλη πάλι φορά , στις 14 Ιουνίου, Τουρκικά πολεμικά βομβάρδισαν τη Μονή της Γωνιάς της Κισάμου και αποβίβασαν στρατό, ο οποίος προχωρούσε στο εσωτερικό της Κισάμου. Ο Αρχηγός Κισάμου Α. Σκαλίδης με τον Μαυρογένη και τον Τζ. Καρτσώνη ήλθαν στα Αφράτα Ροδωπού. Σε βοήθεια τους κατέφθασαν οι Σελινώτες Κριάρης, Μπασιάς και άλλοι και ανάγκασαν τους επιδρομείς να υποχωρήσουν.
Άλλη φορά πάλι , σύμφωνα με τις προφορικές παραδώσεις που υπάρχουν καθώς και τα αναφερόμενα στο περιοδικό Κρητική εστία του Ιανουαρίου 1964 και συγκεκριμένα την 17ην Απριλίου 1868, ο Κωνσταντής Μπασιάς στην θέση «Πετρά» αποδεκάτισε Τουρκικό τμήμα στρατού.
Άλλη φορά πάλι όπως γράφει (14) ο Μιχ. Αναστασάκης, Κυδωνιάτες, Κισσαμίτες, και Σελινιώτες υπό τους Μπασιά, Χ’’Μιχάλη, Μάνδακα, Κριάρη και άλλους συγκεντρωθέντες, επιτίθενται κατά των αποσπασμάτων του Τουρ. Στρατού στην Χωστή και Σπαθί, και φέρνουν σύγχυση και αναστάτωση απροσδόκητη στους εχθρούς .
Ομοίως (15) στην Αγία Ρούμελη (8/βριος 1868) αποσπάσματα των παραπάνω Επαναστατών αποκρούουν απόπειρα αποβιβάσεως Τουρκικού Στρατού κατόπιν ζωηρού και πυκνού τουφεκοβολισμού.
Στις περιορισμένες χρονικές δυνατότητες μιας ομιλίας δεν είναι δυνατόν να αναφερθούν λεπτομέρειες ούτε για τις μάχες που έλαβε μέρος ούτε για τα γεγονότα που συνέβησαν σε αυτές. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι με τους άνδρες του, έλαβε μέρος σε πολλές δεκάδες μάχες δηλαδή σε μάχες γύρω από την Κάνδανο και τον Σταυρό της Κανδάνου, στην περιοχή του Καράνου, στις Φώκιες, στην Αγριμοκεφάλα, στο χωριό του Μονή, στην Αγία Ρούμελη, στην Αράδαινα Σφακίων , στην περιοχή Πέτρα, στην θέση Καβαλαρέ Σελίνου , στο Κουστογέρακο, στον Ομαλό, στον Εμπρόσγιαλο Σφακίων, στα Ασκύφου, στην Χωστί και Σπαθί, στα Φλώρια, στο Ελος, στις Αλιάκες, στο Χοιρόσπηλιο , στην θέση Μεταξωτού , στην Σούγια, στις Κακές Πλευρές, στον Αγιο Ιωάννη, στο Βουλγάρω, στις Καλάθενες και Μουρί, στην Κράπη, στον Μπρόσνερο, στον Αλήκαμπο, στην Γωνιά Κολυμπαρίου, στην Κουκουναρά, στο Διαλισκάρι, στον Κακόπετρο, στον Μαλάθυρο, στο Επανοχώρι, στην Παλαιόχωρα, στην Αγία Ειρήνη, στην Αχλάδα-Ψηλάφι, στο Φραγγοκάστελο αλλά και σε πολλές άλλες.
 Κατά την μεγάλη επανάσταση του 1866-1869 ο Κωστ. Μπασιάς έχασε σε μάχη στην περιοχή της Κράπης τον αδελφό του οπλαρχηγό Αντώνη, που δυο φορές είχε τραυματιστεί σε προηγούμενες μάχες στην ίδια επανάσταση. Ο αρχηγός Ζυμβρακάκης σε επιστολή του της 27-4-1867 που περιγράφει τα σχετικά με την μάχη αναφερόμενος (16) στον Αντώνιο Μπασιά τον χαρακτηρίζει γενναίο καπετάνιο Σελινιώτη. Ο Αντώνης Μπασιάς πέθανε μετά από 15 μέρες από τα τραύματα του. Επίσης στην επανάσταση του 1866-1869, στην μάχη του Χοιρόσπηλιου, τραυματίστηκε ο αδελφός του Μανώλης που ήταν οπλαρχηγός.
Όπως γράφει (17) και ο Μουρέλλος ο Μανώλης Μπασιάς αφού υπέφερε τρία ολόκληρα χρόνια, πέθανε απ' τα τραύματα εκείνης της μάχης. Σύμφωνα με τις προφορικές παραδώσεις που υπάρχουν αλλά και όσα αναφέρονται στην εφημερίδα «ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ 2-7-1910» στην μάχη αυτή που ήταν μοιραία για την ζωή του, ο Μανόλης Μπασιάς κατόρθωσε και σκότωσε ο ίδιος 7 τούρκους.
Όταν πλέον η επανάσταση χάθηκε οριστικά για τους έλληνες και δεν υπήρχε καμιά ελπίδα σωτηρίας, ήταν ένας από τους τελευταίους αρχηγούς, δηλαδή μαζί με τους Χατζή Μιχάλη Γιάνναρη, Μαντακιανούς, Μαυρογιένηδες, Νικολούδη, Σκουλά, Μαλιντρέτους, Κορκίδη, Παρθένιο Περίδη κ.τ.λ., που μετά από απόφαση που πήραν όλοι μαζί, κατέθεσαν τα όπλα. Αυτό βέβαια έγινε όχι οριστικά, αλλά μέχρι να έρθουν καλλίτερες ευκαιρίες και τα δεδομένα να είναι πλέον ευνοϊκά, και πράγματι αυτό συνέβη 10 χρόνια μετά.

Ηταν η επανάσταση του 1878. Σύμφωνα με τις οικογενειακές του σημειώσεις όταν άρχισαν οι συγκρούσεις με τους Τούρκους, οι Τούρκοι των επαρχιών έσπευσαν στα Χανιά. Εκεί αφού ασφάλισαν τις οικογενείας των ενώθηκαν με τον Τουρκικό στρατό και τους βασιβουζούκους των πόλεων και άρχισαν αμέσως επιθέσεις κατά των γύρω χωρίων. Ο Κωστ. Μπασιάς με τους άλλους Σελινιώτες Κριάρη, Κορκίδη, Γρυφάκη, Κοτσιφάκη Γεωργιακάκη, Κουνδουροσήφη, Παπαγιαννάκη κ.λ.π. ευρίσκοντο στρατοπαιδευμένοι στον Αληκιανό. Οι Σελινιώτες διώρισαν γενικό φρούραρχο του στρατοπέδου Αληκιανού τον Κ. Μπασιά.
Ο Τουρκικός στρατός ανερχόμενος σε πολλές χιλιάδες με ντόπιους τούρκους, έφθασε στον Αληκιανό και Χοιρόσπηλιο όπου έγινε μεγάλη μάχη κατά την οποία φονεύθηκαν πλείστοι από τους τούρκους αλλά και χριστιανοί και έτσι ανεκόπη η προέλαση των Τούρκων.
Ο αρχηγός Κωστ. Κριάρης σε επιστολή του που διασώθηκε από τον βουλευτή και συναγωνιστή των Κρητικών Αργυρόπουλο, αναφέρει όσα συνέβησαν και περιλαμβάνει τον Κωστ. Μπασιά μεταξύ εκείνων που ανδραγάθησαν κατά την μάχη αυτή.
Ο Μιχ. Αναστασάκης γράφει (18) ότι στις 15 Μαίου οι Τούρκοι εξορμούν κατά του Πλατανιά-Αλικιανού με σκοπό να περάσουν στην Κίσαμμο καίγοντες και καταστρέφοντες. Βρήκαν όμως απέναντι τους τους Σελινιώτες Μπασιά, Κριάρη, Κορκίδη, Γιωργιό, Τρακάκη και άλλους από άλλες επαρχίες, που αντιμετώπισαν την επιδρομή των Τούρκων.
Η επανάσταση έσβησε, όμως οι θυσίες της δεν πήγανε χαμένες. Οι Κρητικοί πέτυχαν τη σύμβαση της Χαλέπας, με την οποία αποκτούσαν κάποιες ελευθερίες. Ετσι μπορούσαν να χτίζουν σχολεία να κάνουν συλλόγους και να εκδίδουν έντυπα. Η σύμβαση όμως με τον καιρό καταπατήθηκε και έτσι ξανά οι Κρητικοί επαναστατούν το 1889.

Στην επαρχία Σελίνου οι γενναίοι αρχηγοί Κωνσταντίνος Κριάρης και Γεώργιος Κορκίδης που διακρίθηκαν στις προηγούμενες επαναστάσεις δεν θα δώσουν το παρόν αφού ο πρώτος είχε ήδη πεθάνει ο δε δεύτερος ήταν μεγάλος σε ηλικία.
Όπως αναφέρουν οι οικογενειακές σημειώσεις του Κωσταντή Μπασιά, μετά την κήρυξη της επανάστασης γίνονται συναθροίσεις σε διάφορα μέρη του νομού με σκοπό να παύσει ο λαός να πληρώνει φόρους και να καταργήσουν τις αρχές.
Υστερα από τα παραπάνω οι Σελινιώτες συνάπτουν μάχες γύρω από την Κάνδανο υπό τον Αρχηγό Κ. Μπασιά και τους Μαρματάκη, Χαλακατέβα, Παπαγιαννάκη, Ηλιάκη, Φιωτάκη, Τσουρή, Παπαμαρκάκη και άλλους και αποκλείουν τους τούρκους της Κανδάνου.
Ο αποκλεισμός από τους Σελινιώτες των Τούρκων της Κανδάνου συνετέλεσε στο να σωθούν πολλές οικογένειες από βεβαία καταστροφή, οι οποίες βρισκόντουσαν στην Κίσσαμο, την Κυδωνία και ιδίως γύρω από τα Χανιά. Αν άφηναν ελεύθερους τους Τούρκους της Κανδάνου θα κατέστρεφαν όχι μόνον τις περιουσίες των πεδινών χωριών των επαρχιών Κυδωνίας και Κισσάμου αλλά και θα εξόντωναν κυριολεκτικώς τους κατοίκους των πεδινών αυτών χωριών. Σχετικά με τα παραπάνω κάνει αναφορά (19) και ο Μιχ. Αναστασάκης.
Η Τουρκία απέστειλε κατά τον Ιούλιο του 1889 τον διαβόητο Σατήρ Πασά. Αυτός εξαπωλήσας στρατεύματα σε όλες τις επαρχίες προέβαινε σε καταδιώξεις, συλλήψεις, τουφεκισμούς και ακατανόμαστα όργια προ πάντων δια των παρακολουθούντων ντόπιων τούρκων. Πολλοί από τους Κρητικούς αναγκάσθηκαν να εκπατρισθούν. Μεταξύ των πολλών συλληφθέντων Σελινιωτών ήταν και ο γιος του αρχηγού Σελίνου Κωσταντή Μπασιά, ο Γεώργιος Μπασιάς, ο οποίος μεταφέρθηκε στα Χανιά , κλείστηκε στις φυλακές Φρικά και υπέστη τα πάνδεινα.

Τα χρόνια περνούν και ακολουθεί άλλη μεγάλη επανάσταση. Είναι η επανάσταση του 1896-1897.
Στο Σέλινο ξεκινά κατά τα μέσα Μαίου του1896. Η πρώτη μεγάλη μάχη που διήρκησε τρεις μέρες έγινε στο Αποπηγάδι. Τότε οι Κρητικοί προσπαθούσαν να μην αφήσουν τον τουρκικό στρατό να φύγει από το Σέλινο και να μεταβεί στην περιοχή του Βάμου Αποκορώνου που οι Τούρκοι επολιορκούντο από τους επαναστάτες, για να τους ενισχύσουν. Οσο αφορά την δύναμη του εχθρού ο Κωστ. Μπασιάς στις σημειώσεις του αναφέρει ότι στις 14 Μαίου 1896 φάνηκε πάνω από το χωρίο Ανησαράκι τουρκικός στρατός ανερχόμενος σε περίπου 2500 άνδρες και σε περίπου 1500 ντόπιους με δύο πυροβόλα. Κατά την μάχη αυτή οι έλληνες δεν διέθεταν παρά ελάχιστα φυσίγγια.. Όπως ο Κ. Μπασιάς αναφέρει, ο ίδιος κατά την διάρκεια της μάχης μετέβαινε από την μία σκοπιά στην άλλη διανέμοντας φυσίγγια και ενεθάρρυνε τους πολεμιστές αψηφώντας τα πυρά των Τούρκων. Αυτό το επιβεβαιώνει και ο οπλαρχηγός, πληρεξούσιος του Σελίνου και ανηψιός του Κριάρη Βασ. Γεωργιάδης, που γράφει αναφερόμενος στις ελλείψεις των φυσιγγίων:«τα φυσίγγια των ημετέρων όσον και αν προσεπάθησεν ο Αρχηγός Κωνσταν. Μπασιάς να αναπληρώση διανέμων ο ίδιος όσα τυχόν είχε από τα 1878 εις τους πολεμιστάς εν γένει τρέχων από θέσιν εις θέσιν και από οχύρωμα εις οχύρωμα με προφανή κίνδυνον της ζωής του δεν ήρκεσαν διά την πανολεθρίαν των πολιορκουμένων». Οι έλληνες παρά τις ελλείψεις σε πολεμοφόδια κατόρθωσαν και έτρεψαν σε φυγή τους Τούρκους.
Οι μάχες και οι συμπλοκές με τους Τούρκους στην ευρύτερη περιοχή της Κανδάνου και τον πύργο του Σταυρού συνεχίστηκαν όλο το καλοκαίρι του 1896. Στις 22 Ιανουαρίου 1897 ο Γεν. Αρχηγός Κωστ. Μπασιάς μαζί με πολλούς άλλους Σελινώτες όπως τον αρχηγό Ι. Κορκίδη, τον Παπακασέλλο και άλλους μεταβαίνει στην περιοχή της Κυδωνίας και λαβαίνει μέρος σε μάχες για τρεις ολόκληρες μέρες στην περιοχή της Μαλάξας. Όμως οι εχθροπραξίες αρχίζουν και στο Σέλινο και έτσι μετά από επείγουσα ειδοποίηση αναγκάζονται να επιστρέψουν ξανά στην επαρχία τους.
Αρχίζουν σχεδόν καθημερινά μάχες με τους Τούρκους στον Πύργο της Κανδάνου και στα γύρω της Κανδάνου χωριά. Ενδεικτικά των όσων συνέβαιναν αναφέρουμε μόνο ένα απόσπασμα από τις σημειώσεις του Κωστ. Μπασιά που αναφέρεται στις 6 και 7 Φεβρουαρίου: «Την 6 σώμα εκ του αρχηγού Κ. Μπασιά υπό την οδηγίαν του υιού του Γεωργίου συνήψε άνωθεν Ανησαρακίου μάχην διαρκέσασα καθ’ όλην την ημέραν. Την εβδόμην μετά προηγουμένην συννενόησιν και των άλλων αρχηγών ο Γενικός Αρχηγός Κ. Μπασιάς συνήψεν πεισματοδέστατη μάχην από της 8ης πρωινής ώρας μέχρι της 7ης εσπερινής . Εις την μάχην ταύτην πλείστοι εκ των ημετέρων έδειξαν απαράμιλον ανδρείαν τους οποίους συνεχάρη ο Γενικός αρχηγός Κ. Μπασιάς διεκρίθησαν δε Μάρκος Τζεμανός Ιωάννης Κοσμαδάκης Ιωάννης Μετοχαράκης ο υιός του αρχηγού Μπασιά Νικόλαος Εμμ. Σαρτζέτης Εμμ. Χαλακατέβας Ν. Ξανθουδάκης Γεωρ Πρωτοπαδάκης ο αρχηγός Γεώργιος Παπαμαρκάκης κ.λ.π. Εν τη μάχη ταύτη ουδείς εκ των ημετέρων έπαθε εκ δε των Οθωμανών άγνωστον ηκούοντο όμως οιμηγαί και κλαυθμοί των οθωμανίδων.»
Ο Μιχ. Αναστασάκης που ήταν παρών στα γεγονότα της επανάστασης 1896-1897 κάνει εκτενή αναφορά για αυτά. Ενδεικτικά αναφέρουμε λίγα λόγια από όσα γράφει (20) για μια επίθεση που έγινε στις 22-23 Φεβρουαρίου του 1897, όταν δηλαδή οι Ελληνες έχοντας πολιορκήσει του Τούρκους στην Κάνδανο προσπαθούν να καταλάβουν την κωμόπολη.
Κατά την επίθεσιν ταύτην, καθ' ην βήμα προς βήμα επροχώρουν οι ημέτεροι, πιέζοντες τους Τούρκους κυκλοτερώς μέχρι σχεδόν των προαυλίων των συνοικιών της Κανδάνου, διεκρίθησαν, εκ των Σελινιωτών οι γενναίοι αρχηγοί και οπλαρχηγοί μετά των παλληκαριών των, Κ. Μπασιάς, Μ. Παπαγιαννάκης, Γ. Παπαμαρκάκης, Σαρτζέτης, Κοσμαδάκης, Καλαμαράκης, Χαλακατεβάκης και άλλοι (…) Η μάχη διήρκεσε από της πρωίας μέχρι το εσπέρας μετά πείσματος και ηρωισμού μεγίστου εκατέρωθεν. Μετά από τις συμφωνίες που έγιναν, οι Τούρκοι της Κανδάνου αποχωρούν μέσω της Παλαιόχωρας. Στην Παλαιόχωρα, κατά τον σφοδρό βομβαρδισμό των Χριστιανών από τα Ευρωπαϊκά πολεμικά πλοία φονεύθηκαν πολλοί από τους Χριστιανούς και τραυματίστηκαν αρκετοί. Κατά τον βομβαρδισμό ενα τεμάχιο οβίδας έσπασε το χέρι του γιού του Κων. Μπασιά, του Αντωνίου. Μετά τον τραυματισμό του μετεφέρθη στον Αλικιανό όπου βρισκόταν το Αρχηγείο του Ελληνικού στρατού και από εκεί μεταφέρθηκε στην Αθήνα για θεραπεία.

Οταν πλέον οι επαναστάσεις τελείωσαν ο Κωστ. Μπασιάς συμμετέχει στην επιτροπή κατατάξεως αγωνιστών το έτος 1902. Στην επιτροπή αυτή διετέλεσε και πρόεδρος.
Ο ίδιος, που κατά την επανάσταση του 1896-1897 εξελέγη Γενικός Αρχηγός Σελίνου, κατατάχθηκε στην κατηγορία των αγωνιστών Α τάξεως, όλες τις φορές που κρίθηκε σχετικά.
Αλλά και κατά την επανάσταση του Θερίσου, η συμμετοχή της οικογενείας του (και των 5 γιών του ) υπήρξε σημαντική. Τον ίδιο, που λόγω του γήρατος δεν μπορούσε να υφίσταται πλέον ταλαιπωρίες, τον αντικατέστησε ο γιος του Νικόλαος, κουμπάρος του Ελευθ. Βενιζέλου, αφού ο τελευταίος τον είχε στεφανώσει και είχε βαπτίσει τον γιο του Κωνσταντίνο. Ετσι βλέπουμε τον Νικ. Μπασιά να πηγαίνει από την πρώτη μέρα στο Θέρισσο ως αρχηγός επαρχιακής ομάδας επαναστατών. Αλλά και του ιδίου του Κωσταντή Μπασιά η υπογραφή έχει τεθεί πρώτη μεταξύ των 173 υπογραφών οπαδών της επανάστασης κατοίκων του δήμου Καμπανού, στο λαοψήφισμα που έγινε στον Καμπανό στις 19-3-1905 και την αφορούσε.

Ο Κωσταντής Μπασιάς πέθανε το 1916, έχοντας ευτυχίσει να δει την Κρήτη ενωμένη με την Ελλάδα, πράγμα για το οποίο τόσο πολύ αγωνίστηκε στη ζωή του. Είχε αποκτήσει πέντε γιους,τους Νικόλαο, Γεώργιο, Αντώνιο, Θεόδωρο και Εμμανουήλ και τρεις κόρες , τις Αμαλία, Χρυσή και Κλεάνθη από τις οποίες έκανε αντίστοιχα γαμπρούς τους Εμμ. Κονταδάκη και τον δάσκαλο Γρηγ. Ξανθινάκη από το Ροδοβάνι και τον Στυλιανό Παπαδερό από τον Λειβαδά. Σήμερα πολλές δεκάδες συντοπίτες μας είναι δισέγγονα η τρισέγγονα του από τους γιους και τις κόρες του.

Στο ιστορικό αρχείο Κρήτης στα Χανιά υπάρχουν διάφορα από τα αντικείμενα του, όπως η σημαία του που είναι διάτρητη από τουρκικές σφαίρες, στην οποία μάλιστα πάνω είναι γραμμένη η φράση «Ζήτω η Ενωση», η μπιστόλα του, η σφραγίδα του ως Γενικού Αρχηγού Σελίνου και άλλα. Στο βιβλίο του Αριστείδου Κριάρη «Πλήρης συλλογή Κρητικών δημοδών ασμάτων» περιλαμβάνεται ένα με τίτλο «Ασμα των Αρχηγών τση Κρήτης». Αναφέρουμε λίγους στοίχους από αυτό:

"Ηρω Κριγιάρη, Σήφακα, Σκαλίδη και Κορκίδη,
τσή Κρήτης είστε τα θεργιά τ’ ελληνισμού στολίδι.
Μαθιέ και γέρω Γογονή και γέρω Κώστα ' κόμη
Μπασιά και γέρω Μαλινέ που δε σας πιάνου φόβοι.
Μάντακα, αθάνατη γεννιά, και σύ Ανδρουλακάκη,
'σάν αετοί τση 'λευτεριάς σε ριζημιό χαράκι.
Εσείς τη πολεμήσετε τη βάρβαρη Τουρκία,
και εθυσιαστήκετε για την ελευτερία.
Ποιός ειμπορεί να τ' αρνηθή; και σείς πώς είστ' αιτία,
κ’ είδεν η Κρήτη σήμερο τούτη τη 'λευτεριά ; "


Παραπομπές
1) Τόμος Β, έκδοση 1931, προσθήκες σελίδα 52
2) Τόμος Γ, έκδοση 1935, σελίδα 36
3) Τόμος Γ, έκδοση 1935, σελίδα 59
4) Τόμος Γ, έκδοση 1935, σελίδες 92-93
5) Σελίδα 1013, έκδοση δεύτερη 1950.
6) «Ιστορία της Κισσάμου επί Τουρκοκρατίας» σελίδα 200, Αθήνα 1984
7) Σελίδες 348-349 της ιστορίας του
8) Τόμος Δ, σελίδες 270-271, έκδοση μεταγλωττισμένη Αρκάδι.
9) Σελίδα 1062, έκδοση 1950
10) Σελίδα 1101 έκδοση 1950
11) ΙΑΚ 32/2/45α
12) ΙΑΚ 32/3/784α
13) Στις σελίδες 614-615 της ιστορίας του
14) Στην σελίδα 206 της ιστορίας του
15) Στην σελίδα 206 της ιστορίας του
16)Σελίδα 1281 έκδοση 1950
17) Σελίδα 1110 έκδοση 1950
18) Σελίδα 240
19) Σελίδα 260
20) Σελίδα 346

Σημειώνεται ότι αναφέρεται στην ομιλία "Κωσταντής" και όχι "Κωνσταντής η Κωνσταντίνος" , γιατί έτσι τον έλεγαν οι δικοί του άνθρωποι. Βέβαια υπέγραφε ως Κωνσταντίνος Μπασιάς




Αλλα ενθύμια για τον Κωσταντή Μπασιά





Η σημαία του Κωνσταντή Μπασιά,
διάτρητη από Τουρκικές σφαίρες όπως σώζεται σήμερα. 



Η σφραγίδα του Κωνσταντίνου Μπασιά








Η επίσημη Εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας (δηλαδή η σημερινή Εφημερίδα της Κυβέρνησης), με ημερομηνία 26-9-1902, στην οποία δημοσιεύονται τα ονόματα των αγωνιστών που αναγνωρίστηκαν από την Κρητική Πολιτεία ως αγωνιστές  Α! Τάξεως, στον νομό Χανίων.

Είναι οι εξής:
1) Παπά Κασέλος από Αγριλέ Σελίνου
2) Κωνσταντίνος Μπασιάς από Μονή Σελίνου
3) Γ. Γιαννουδοβαρδής από Περιβολάκια Κισσάμου
4) Νικ. Μάντακας από Λάκκους Κυδωνίας
5) Νικ. Αναστασάκης από Σπηλιά Κισσάμου
6) Μάρακας Κορκακάκης από Κουφό Κυδωνίας
7) Αναγνώστης  Μαρκουλάκης από Ρούματα Κισσάμου
8) Κων/νος Πρωτοπαπαδάκης από Χανιά
9) Ιωάννης Καλογερής από Κάμπους Κυδωνίας
10) Εμμ. Τσεπέτης από Πύργο Ψηλονέρου Κυδωνίας
11) Νικ. Νικολούδης από Χανιά
12) Αναγνώστης Μάντακας από Λάκκους Κυδωνίας
13) Χατζή Μιχάλης Γιάνναρης από Λάκκους Κυδωνίας
14) Βασίλ. Σπυριδάκης από Γαλατά Κυδωνίας
15) Παρθένιος Περίδης από Μονή Γωνιάς Κισσάμου
16) Ιωάννης Παπαγιαννάκης από Περιβολάκια Κισσάμου
17) Παρθένιος Κελαϊδής από Χαλέπα Χανίων
18) Γεώργιος Γεωργιακάκης από Κουστογέρακο Σελίνου



Παρουσιάζεται ένα ποίημα που γράφτηκε λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Κωνσταντή Μπασιά, καθώς και το τμήμα από την εφημερίδα Ο ΦΛΑΦΛΑΤΑΣ στην οποία  δημοσιεύτηκε  τον Φεβρουάριο του 1916.


Εις του Μπασιά τον τάφο ολίγους στίχους γράφω.

Κι’ εγώ στού Καπετάν Μπασιά του Κωνσταντή το μνήμα
που με τους άλλους ήρωες η Κρήτη τον ετίμα,
ολίγους στίχους σήμερον με συντριβήν χαράσσω
σιγά γιατί τον ύπνον του δεν θέλω να ταράσσω.
Κλάδος δεντριού που ’στής  σκλαβιάς τους απαισίους χρόνους
σκλάβοι πολλοί σκιάσθησαν ’στους φουντοτούς του κλώνους.

Γόνος σπητιού που πάντοτε φόβος και τρόμος ήτο
                  τυράννων φεσσοφόρων,
απόγονος τον πρόγονον στας μάχας εμιμείτο
κι’ όλοι ’στήν Κρήτη πλήρωσαν αίματος δόξης φόρον.
Πρώτος εις κάθε κίνημα που ’δόξαζε την Κρήτη του
και τελευταίος  τ΄ όπλον του το ’πήγαινε  ’στο σπήτι του,
ποτέ δεν επροσκύνησε Σουλτάνους και Πασάδες,
δεν ήξευραν πως προσκυνούν τους Τούρκους οι Μπασιάδες.
Υπέργηρων τον ’σκέπασεν η πλάκα του μνημάτου
μα ζωντανόν κι αθάνατον θα μείνη τ’ όνομα του.